Ένα εντελώς νέο τοπίο δημιουργούν για τους επαγγελματίες του αγροτικού χώρου οι ριζικές αλλαγές στον τρόπο φορολόγησης του γεωργικού εισοδήματος που προωθεί η κυβέρνηση στο πλαίσιο της επικείμενης φορολογικής μεταρρύθμισης. Το σενάριο στο φαίνεται να έχει καταλήξει το υπουργείο Οικονομικών προβλέπει, μεταξύ άλλων, την οριστική κατάργηση του ειδικού καθεστώτος που ισχύει σήμερα για τους κατά κύριο επάγγελμα αγρότες και την φορολογική «εξίσωσή» τους με τους ελεύθερους επαγγελματίες.
Είναι φανερό ότι με το νέο καθεστώς θα υποχρεωθούν σε απόδοση φόρου όλοι ανεξαιρέτως οι αγρότες - ακόμα και τα χαμηλά εισοδήματα τα οποία μέχρι σήμερα εξαιρούνταν από τη φορολογία. Παράλληλα, και παρά τις ουκ ολίγες και αναμφισβήτητες στρεβλώσεις που παρουσιάζει το ισχύον -ειδικό- καθεστώς, είναι προφανές ότι σε μια δύσκολη οικονομική και χρηματοδοτική συγκυρία έρχεται να αφαιρεθεί από την αγροτική δραστηριότητα ένα ακόμα «κομμάτι» ρευστότητας.
Την ίδια στιγμή, βέβαια, όπως υποστηρίζουν άνθρωποι με γνώση των προβλημάτων και των δομών του πρωτογενούς τομέα, το νέο καθεστώς θα μπορούσε να λειτουργήσει και ως ευκαιρία προκειμένου να αποκτήσει άλλο κύρος και να οικοδομηθεί από καινούργιες βάσεις το αγροτικό επάγγελμα. Κι αυτό γιατί -μέσω της υποχρεωτικής έκδοσης παραστατικών για κάθε δραστηριότητα- δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για έλεγχο της διακίνησης των αγροτικών προϊόντων σε όλα τα στάδια, διαδικασία η οποία αναμένεται να βάλει φραγμό στα «παιχνίδια» των μεσαζόντων και να περιορίσει κατά πολύ την ψαλίδα των τιμών από το χωράφι στο ράφι.
Σε κάθε περίπτωση, όμως, για να επιτευχθούν τα παραπάνω βασική προϋπόθεση είναι να εξασφαλιστεί η βιωσιμότητα των αγροτικών εκμεταλλεύσεων. Κάτι που σημαίνει ότι η σχεδιαζόμενη αλλαγή του φορολογικού πλαισίου θα πρέπει να συνοδεύεται και από κινήσεις εξισορρόπησης των απωλειών που αυτό επιφέρει, με πρώτο και κύριο τη μείωση του κόστους της αγροτικής παραγωγής. Οι «παροικούντες την Ιερουσαλήμ» γνωρίζουν ότι ο «υπ' αριθμόν ένα» παράγοντας κόστους, είναι η αγροτική γη και δη τα ενοίκια (στις εκτατικές καλλιέργειες ειδικά αντιπροσωπεύουν σχεδόν το 1/3 του συνολικού κόστους)..
Δείτε εδώ το άρθρο 41
Είναι φανερό ότι με το νέο καθεστώς θα υποχρεωθούν σε απόδοση φόρου όλοι ανεξαιρέτως οι αγρότες - ακόμα και τα χαμηλά εισοδήματα τα οποία μέχρι σήμερα εξαιρούνταν από τη φορολογία. Παράλληλα, και παρά τις ουκ ολίγες και αναμφισβήτητες στρεβλώσεις που παρουσιάζει το ισχύον -ειδικό- καθεστώς, είναι προφανές ότι σε μια δύσκολη οικονομική και χρηματοδοτική συγκυρία έρχεται να αφαιρεθεί από την αγροτική δραστηριότητα ένα ακόμα «κομμάτι» ρευστότητας.
Την ίδια στιγμή, βέβαια, όπως υποστηρίζουν άνθρωποι με γνώση των προβλημάτων και των δομών του πρωτογενούς τομέα, το νέο καθεστώς θα μπορούσε να λειτουργήσει και ως ευκαιρία προκειμένου να αποκτήσει άλλο κύρος και να οικοδομηθεί από καινούργιες βάσεις το αγροτικό επάγγελμα. Κι αυτό γιατί -μέσω της υποχρεωτικής έκδοσης παραστατικών για κάθε δραστηριότητα- δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για έλεγχο της διακίνησης των αγροτικών προϊόντων σε όλα τα στάδια, διαδικασία η οποία αναμένεται να βάλει φραγμό στα «παιχνίδια» των μεσαζόντων και να περιορίσει κατά πολύ την ψαλίδα των τιμών από το χωράφι στο ράφι.
Σε κάθε περίπτωση, όμως, για να επιτευχθούν τα παραπάνω βασική προϋπόθεση είναι να εξασφαλιστεί η βιωσιμότητα των αγροτικών εκμεταλλεύσεων. Κάτι που σημαίνει ότι η σχεδιαζόμενη αλλαγή του φορολογικού πλαισίου θα πρέπει να συνοδεύεται και από κινήσεις εξισορρόπησης των απωλειών που αυτό επιφέρει, με πρώτο και κύριο τη μείωση του κόστους της αγροτικής παραγωγής. Οι «παροικούντες την Ιερουσαλήμ» γνωρίζουν ότι ο «υπ' αριθμόν ένα» παράγοντας κόστους, είναι η αγροτική γη και δη τα ενοίκια (στις εκτατικές καλλιέργειες ειδικά αντιπροσωπεύουν σχεδόν το 1/3 του συνολικού κόστους)..
Δείτε εδώ το άρθρο 41